Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗ, ΤΑ ΧΤΑΠΟΔΑΚΙΑ: ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΜΕ ΔΡΑΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ





Το κείμενο του Μ. Καραγάτση «Τα χταποδάκια»  επιχειρήθηκε να διδαχθεί με τη μέθοδο της δραματοποίησης. Η ιδέα προήλθε από το βιβλίο της Άβρας Αυδή και Μελίνας Χατζηγεωργίου « Η τέχνη του δράματος στην εκπαίδευση», εκδόσεις Μεταίχμιο. Ο λόγος  που έκανα αυτή την επιλογή, ήταν πως παράλληλα στο βιβλίο της έκφρασης – έκθεσης είχαμε να διαπραγματευθούμε το θέμα του κοινωνικού ρατσισμού και θεώρησα ότι θα έβγαιναν κάποια συμπεράσματα βιωματικά για το αν και πόσο ρατσιστές είμαστε στην καθημερινότητά μας. Έτσι κι αλλιώς είναι αντιπαιδαγωγικό να δίνουμε στους μαθητές  τις περίφημες λίστες, που συνηθίζουμε να δίνουμε στο μάθημα της γλώσσας, και οι οποίες απαριθμούν τα αίτια και τις συνέπειες του εκάστοτε κοινωνικού φαινομένου που εξετάζεται, και φυσικά τα παιδιά, κατά την προσφιλή τακτική τους, τις απομνημονεύουν και τις αναπαράγουν με πιστότητα στα διάφορα κριτήρια αξιολόγησης…
                Οι εντυπώσεις μου από την ανταπόκρισή τους ήταν εξαιρετικές, αν και εφάρμοσα την τεχνική με κάποιες επιφυλάξεις, για τους γνωστούς λόγους της αναταραχής και της φασαρίας που θα μπορούσε να προξενήσει. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν αποφεύχθηκε, γιατί οι μαθητές είναι παιδιά, αλλά πιστεύω ότι αποκόμισαν πολύ περισσότερα από μια μετωπική διδασκαλία και μια κλασικού τύπου ανάγνωση και σχολιασμό.
                Η ανάγνωση του κειμένου εξελίσσονταν τμηματικά και κάθε φορά σταματούσα και ζητούσα από τις ομάδες των μαθητών, που είχαν συγκροτηθεί, να απαντήσουν σε ένα από τα ερωτήματα που είχαν στο φύλλο εργασίας που τους είχε διανεμηθεί ή να αντιδράσουν στο ρόλο που υποδυόμουν. Ο γραμματέας της ομάδας κατέγραφε τις αυθόρμητες αντιδράσεις τους.
Τόλη Δήμητρα Π.Ε. 02
1.       Αφού διαβάστηκε η πρώτη παράγραφος του κειμένου οι μαθητές σχεδίασαν το σκηνικό της δράσης:  μικρό λιμάνι, αργοσάλευτα καΐκια, μπαταρισμένες βάρκες, στεγνά απλωμένα δίχτυα ψαράδων, γλάροι που πετούν πάνω από τη θάλασσα, ξύνοντάς την με τα φτερά τους, ένα μικρό καφενείο στο λιμάνι, λίγοι άνθρωποι μαζεμένοι εκεί.
Ο χρυσαφής ήλιος σα μέλι φωτεινό αρχίζει να δύει, ενώ σύννεφα μαζεύονται στον ουρανό. Το βραδινό σκοτάδι αρχίζει να πέφτει και ο καιρός αρχίζει να χαλάει, όπως συνήθιζε κάθε σούρουπο. Χειμώνας.

2.       Το κείμενο αναφέρεται σε μια κλειστή επαρχιώτικη κοινωνία, οπότε οι μαθητές παρακινήθηκαν να παρουσιάσουν την κοινωνία αυτή μέσα από τις μικρές καθημερινές δραστηριότητές της. Οι μαθητές ήδη υποδύονταν τους θαμώνες του μικρού καφενείου του λιμανιού και ήταν χωρισμένοι σε πέντε παρέες των πέντε ατόμων. Οι εικόνες που σκέφτηκαν παρουσιάζονται με τη σειρά που δόθηκαν, και ήταν οι εξής:
-          Καφενεία με πολλούς ανθρώπους να πίνουν τον απογευματινό καφέ, τη μπύρα τους και να παίζουν χαρτιά
-          Αγρότες να περιποιούνται τα χωράφια τους, αμπέλια, περιβόλια
-          Κόσμος μετά την κυριακάτικη λειτουργία στην εκκλησία  και στην πλατεία του χωριού
-          Παιδιά να παίζουν στους δρόμους και στην πλατεία
-          Γυναίκες να απλώνουν μπουγάδα στις βεράντες και να μιλάνε από απόσταση
-          Μεγάλες γυναίκες καθισμένες γύρω να κουτσομπολεύουν
-          Γιαγιάδες να κεντούν
-          Χριστούγεννα και Πάσχα όλοι μαζεμένοι στα σπίτια και στις αυλές
-          Γυναίκες να μοιράζουν φαγητό στη γειτονιά ανάλογα με την περίσταση
-          Ο βοσκός κάθε Πάσχα να σφάζει και να μοιράζει αρνιά
-          Γυναίκες να ανοίγουν φύλο και να μοιράζουν πίτες κάθε σαββατοκύριακο στις γειτονιές
-          Παραδοσιακό γλέντι γάμου
-          Η γιαγιά να μαζεύει τα αυγά από τις φωλιές
-          Ζευγαράκια στο σκοτάδι
-          Μάθηση παραδοσιακών χορών στον πολιτιστικό σύλλογο του χωριού
-          Τρακτέρ, αγροτικά στο δρόμο
-          Κτηνοτρόφοι με πρόβατα στο δρόμο
-          Κρεοπωλεία και ψητοπωλεία στην πλατεία (αρνί στη σούβλα)
-          Λουλούδια στις αυλές
-          Τσακωμοί και  ξεκατίνιασμα γυναικών
-          Ανθισμένα δέντρα, ψηλά βουνά

3.       Όταν διαμορφώσαμε το σκηνικό στο οποίο θα διαδραματίζονταν η ιστορία μας υποδύθηκα τον αγγελιοφόρο που έφερα την είδηση ότι ο αλκοολικός Παναγιωτάκης, ο άντρας της Ευθαλίας, με σπασμένο κεφάλι και στραπατσαρισμένα μούτρα βρίσκονταν καθοδόν προς το καφενείο, όπου κάθονταν οι μαθητές - ηθοποιοί.

4.       Χωρίς να κάνω κάποιο άλλο σχόλιο ζήτησα από τους μαθητές να μου παρουσιάσουν α) στοιχεία του χαρακτήρα του αλκοολικού Παναγιωτάκη και β) τα κοινωνικά του χαρακτηριστικά (επάγγελμα, οικογενειακή κατάσταση, καταγωγή), καθώς και τις καθημερινές του δραστηριότητες. Ο στόχος ήταν να φανεί τι επιπλέον προεκτάσεις θα έδιναν στο πρόβλημα του ακλοολισμού και αν θα είχαν κοινά στερεότυπα για έναν αλκοολικό άνθρωπο. Από το χαρακτηρισμό των μαθητών προέκυψαν τα εξής χαρακτηριστικά:

Ο Παναγιωτάκης είναι αλκοολικός, ξενύχτης, ανώριμος,  νταής, μάγκας, γκομενιάρης, αχαΐρευτος, κοινωνικός, οξύθυμος, μέθυσος, καβγατζής, τζαμπατζής, ακαμάτης, ανεύθυνος, βίαιος, σοκακιάρης, χωριάταρος, τσιγκούνης, άφραγκος, ασυγκράτητος, ατσούμπαλος, απρόσεκτος, αντίχριστος,  χαζός, τον κοροϊδεύουν, με κακή συμπεριφορά, φοβιτσιάρης, μοναχικός.

Να οι μικρές ιστορίες που διηγήθηκαν για τον Παναγιωτάκη οι μαθητές

-          Ο Παναγιωτάκης κατάγεται από χωριό, είναι ένας αργόσχολος άνεργος που δέρνει τη γυναίκα του, όταν γυρνάει στο σπίτι και τσακώνεται συνέχεια, είναι κοινωνικά αποκλεισμένος, κανείς δεν τον θέλει, γιατί πίνει, ούτε και η οικογένειά του. Οι κάτοικοι του χωριού τον αποφεύγουν γιατί είναι βίαιος. Πήγαινε στο καζίνο και χρεοκόπησε, πήρε και ένα δάνειο που δεν μπορούσε να ξεπληρώσει. Του αρέσουν τα τυχερά παιχνίδια και να πηγαίνει στα μπαρ και να διασκεδάζει.
Κωνσταντίνα Μπούσια
Γιάννης Μάρε
Αουρέλα Λάλα
Νίκος Κουτσής
Αργυρώ Λαφατζή

-          Έχει ένα ιχθυοπωλείο στο οποίο πηγαίνει μόνο λίγες ώρες το πρωί, κάθε βράδυ βγαίνει έξω, δεν έχει ποτέ λεφτά και τον κερνάνε οι άλλοι, χρωστάει σε όλους και απατά τη γυναίκα του. Του αρέσουν οι οίκοι ανοχής και είναι χαρτοπαίκτης. Κανένας από το χωριό δεν ψωνίζει από το ιχθυοπωλείο του.
Άννα Πανταζή
Ευαγγελία Νάτσιου
Γιάννης Μακρής
Λάμπρος Μπατζικώστας
Νίκη Λαγού

-          Ο Παναγιώτης έχει πέντε παιδιά, έχει ελάχιστους φίλους, καθώς όλοι τον αποφεύγουν λόγω του οξύθυμου χαρακτήρα του. Όταν γλεντάει –πολύ συχνά δηλαδή- ξεχνιέται και αργεί να επιστρέψει στο σπίτι.
Κωνσταντίνος Κορινιώτης
Γιάννης Μπατζικώστας
Γιώργος Κουτρουλός
Τάνια Παπακώστα
Μαργαρίτα Παπαγιαννούλη

-          Ξυπνάει, πλένεται με ούζο. Πάει στο χωράφι. Ενώ οδηγάει το τρακτέρ πίνει κιόλας. Έχει μεθύσει, φεύγει από το χωράφι και πάει στο καφενείο μήπως τον κεράσει κανένας. Πάει σπίτι το μεσημέρι. Τρώει, πίνει , χορεύει και πέφτει για ύπνο με τη γυναίκα του. Η γυναίκα του, επειδή δεν αντέχει τη μπόχα του ούζου, πάει να πλέξει. Όταν ξυπνάει ξαναπάει στο καφενείο με τον Τάκη και το Γιώργο μέχρι να ξαναγίνει ντίρλα.
Παπαθεοχάρης Θωμάς
Μοσχοπούλου Σοφία
Παπαδοπούλου Ανθή
Κωστούλας Θανάσης
Παπαθανασίου Σοφία

-          Κοιμάται μέχρι το μεσημέρι, ξυπνάει, τρώει, βγαίνει έξω, πίνει στα καφενεία, γίνεται κουρούμπελο, γελάνε και οι πέτρες μαζί του, δεν έχει φίλους, τσακώνεται με όλους, δεν δουλεύει, έχει κάνει τη νύχτα μέρα, διασκεδάζει με το να πίνει, ξημεροβραδιάζεται σε σπίτια με κόκκινο φωτάκι.
Μπατζικώστα Στεργιανή
Πανωλή Σοφία
Κοκοζίδου Διονυσία
Κουκουλίδου Μαρία
Λίκο Νταϊάνα

Όπως ήδη αποδεικνύεται από τις ιστορίες των μαθητών, στον αλκοολικό αποδίδονται και άλλα χαρακτηριστικά αντικοινωνικής συμπεριφοράς: βιαιότητα, χαρτοπαιξία και άλλα τυχερά παιχνίδια, επισκέψεις σε οίκους ανοχής, ανοησία και έλλειψη συναίσθησης της κατάστασής του,  η προτίμηση να ζει μια ζωή όπου χορεύει γλεντάει, διασκεδάζει και την απολαμβάνει. Χαρακτηριστικό είναι ότι σε δύο από τις πέντε ομάδες ο αλκοολικός χαρακτηρίστηκε και ως Αντίχριστος.


5.       Στη συνέχεια υποδύθηκα τον Παναγιωτάκη και πλησίασα την κάθε παρέα ξεχωριστά. Από άλλους ζήτησα τσιγάρο, από άλλους να με κεράσουν ένα ποτηράκι, σε άλλους παραπονέθηκα για τον τρόπο που μου φέρθηκε η προηγούμενη παρέα. Η οδηγία ήταν ο γραμματέας της ομάδας- παρέας να καταγράψει τα λόγια και τις αντιδράσεις τους.
Οι δύο από τις πέντε παρέες δέχτηκαν τον Παναγιωτάκη, όμως με συγκατάβαση, κάνοντας ένα ψυχικό, επειδή οι προηγούμενες παρέες τον είχαν αποδιώξει. Οι πέντε παρέες κατέγραψαν την αντίδρασή τους στον αλκοολικό ή τα λόγια που του είπαν ως εξής:
-προσφερθήκαμε να τον κεράσουμε, αντιδράσαμε θετικά, δώσαμε τσιγάρο, του το ανάψαμε.
-Άντε, ας σου βάλουμε ένα ποτηράκι…
- Ήταν ανεπιθύμητος στην παρέα, τον διώξαμε, είπαμε ότι το τραπέζι ήταν πλήρες
-Δεν του δώσαμε τίποτα (ούτε κρασί), τον διώξαμε, τον κοροϊδέψαμε
- Όχι, δεν έχουμε τίποτα, φύγε, Αντίχριστε

Μέχρι το σημείο αυτό άφηνα τους μαθητές να αυτοσχεδιάζουν και να αντιδρούν αυθόρμητα. Από δω και έπειτα διάβαζα σταδιακά αποσπάσματα του διηγήματος με στόχο να εντοπίσουν οι μαθητές πώς παρουσιάζονταν ο χαρακτήρας του στο διήγημα και να συγκρίνουν την οπτική του με τη δική τους οπτική.

6.       Από το διήγημα αναγνώστηκε ένας καυγάς και η αντίδραση μιας παρέας που έδιωξε τον Παναγιωτάκη, που τους είχε πλησιάσει και τους ζήτησε τσιγάρο…
Οι μαθητές κλήθηκαν να αφηγηθούν το περιστατικό α) από την οπτική γωνία του Παναγιωτάκη β) από την οπτική γωνία της παρέας γ) από την οπτική γωνία του ταβερνιάρη

Ο Παναγιωτάκης είπε:
«Μπήκα στο καφενείο και κανείς δε μου έδωσε σημασία, δε μου μίλησαν, με αγνόησαν. Παράγγειλα ούζο, έπιασα κουβέντα με τον ταβερνιάρη. Φώναξα δυνατά πως «όταν κάποιος δε μιλάει είναι πεθαμένος…». Πήγα να κεράσω μια παρέα και με έδιωξε.
Άννα Πανταζή
Ευαγγελία Νάτσιου
Γιάννης Μακρής
Λάμπρος Μπατζικώστας
Νίκη Λαγού

«Μπαίνω στο μαγαζί, χαιρετάω όλους όσους βρίσκονταν μέσα. Κάθησα κοντά στο μαγαζάτορα και παρήγγειλα ένα ούζο καραφάκι και του έπιασα την κουβέντα. Μετά, μοίρασα το ούζο σε δύο ποτηράκια και έπινα πότε από το ένα και πότε από το άλλο. Στη συνέχεια κέρασα μια παρέα, η οποία νευρίασε μαζί μου και με έβρισε. Δεν μπορώ να καταλάβω τι μύγα τους τσίμπησε. Εγώ το έκανα με καλό τρόπο…»
Μπατζικώστα Στεργιανή
Πανωλή Σοφία
Κοκοζίδου Διονυσία
Κουκουλίδου Μαρία
Λίκο Νταϊάνα

Η παρέα είπε:
«Δεν καταλάβαμε, όταν μπήκε στο μαγαζί. Μας ξάφνιασε όταν προσπάθησε να μας κεράσει, αλλά επειδή ξέραμε ότι, άμα μας κεράσει, θα πρέπει να τον κεράσουμε κι εμείς πολλές φορές, τον διώξαμε. Δε γουστάραμε να κάνουμε παρέα με ένα μεθύστακα».
Παπαθεοχάρης Θωμάς
Μοσχοπούλου Σοφία
Παπαδοπούλου Ανθή
Κωστούλας Θανάσης
Παπαθανασίου Σοφία

«Μόλις μας πλησίασε και μας ζήτησε λίγο κρασί, τον αποπήραμε και τον διώξαμε. Με την κουβέντα τον παραμελήσαμε και δεν του δώσαμε σημασία, παρά τις ευγενικές του προθέσεις. Κρίμα ήταν , μωρέ, αλλά άστον να πάει στο καλό, μη μας κολλήσει σαν ψείρα…»
Κωνσταντίνα Μπούσια
Γιάννης Μάρε
Αουρέλα Λάλα
Νίκος Κουτσής
Αργυρώ Λαφατζή
Ο ταβερνιάρης είπε:                                                                   
«Ο Παναγιώτης ήρθε στο μαγαζί και ενοχλούσε τους πελάτες. Αναστάτωσε όλο το μαγαζί με τις φωνές του. Οι πελάτες δυσαρεστήθηκαν, και με το δίκιο τους, αλλά δεν ήθελα να τον διώξω, επειδή έχω μαγαζί και δεν πρέπει να παρεκτρέπομαι και επειδή τον λυπάμαι κατά βάθος. Τον ανέχτηκα και συζητήσαμε λιγάκι…»
Κωνσταντίνος Κορινιώτης
Γιάννης Μπατζικώστας
Γιώργος Κουτρουλός
Τάνια Παπακώστα
Μαργαρίτα Παπαγιαννούλη

7.       Στο τέλος διάβασα στους μαθητές ένα απόσπασμα που δείχνει την αντίδραση του Παναγιωτάκη, όταν πια το παίρνει απόφαση πως κανείς δεν τον θέλει στο καφενείο και όλοι τον διώχνουν. Όχι μόνο δεν ήθελαν να τον κεράσουν, αλλά δεν ήθελαν ούτε να τους κεράσει τα χταποδάκια που είχε φέρει μαζί του γι’  αυτό το σκοπό. Εκφράζει το παράπονό του πως κανείς δεν τον ήθελε, ούτε καν η ίδια η γυναίκα του, η Ευθαλία… Μένει με το παράπονο «Ήθελα σαν άνθρωπος κι εγώ…»
Τότε ζητήθηκε από τους μαθητές να σβήσουν από τον πίνακα τα χαρακτηριστικά του Παναγιωτάκη, με τα οποία τον είχαν περιγράψει και τελικά δε φαίνονταν να συμφωνούν με όσα είχαν πει γι αυτόν. Παρατήρησαν ότι δεν ταίριαζαν στον ήρωα τα χαρακτηριστικά της βιαιότητας, των τυχερών παιχνιδιών, της συνεχούς διασκέδασης και της αναισθησίας
Τους ρώτησα αν θεωρούν ότι έχουν ρατσιστικά στερεότυπα και μου απάντησαν
-Πολλά!!!
 Έτσι το συμπέρασμα βγήκε από μόνο του.

8.       Στο τελευταίο ερώτημα που τους τέθηκε, αν τελικά θα αποδέχονταν τον Παναγιωτάκη, θετικά απάντησαν οι 16 από τους 25 μαθητές.
Οι υπόλοιποι  εξακολούθησαν  να είναι αρνητικοί απέναντί του.

9.       Στο ερώτημα: «Πως φαντάζεστε τη ζωή του Παναγιωτάκη μετά από ένα χρόνο;», δόθηκαν οι εξής απαντήσεις:
-          Μερικοί από μας πιστεύουν πως ο άνθρωπος δεν αλλάζει και θα συνεχίσει να είναι μπεκρής. Αλλά μας συγκίνησε πολύ η έντονη επιθυμία που είχε για επαφή με ανθρώπους. Άλλοι από εμάς πιστεύουμε ότι θα αλλάξει, αρκεί να αναγνωρίσει τι έχει κάνει λάθος για να το διορθώσει.
-          Ένα χρόνο αργότερα ο Παναγιωτάκης θα ήταν μεγαλοκτηματίας, σπουδαίος (θα είχε κερδίσει στο joker). Δε θα έδινε σημασία σε κανέναν και οι άλλοι θα του ζητούσαν λεφτά, αλλά δε θα τους έδινε.
-          Θα τον δεχόμουν, γιατί με έκανε να τον λυπηθώ.
-          Πιστεύω ότι αν του δίναμε την αγάπη που ήθελε, και λίγη σημασία θα άλλαζε.
-          Θα δεχτούμε τον Παναγιωτάκη και θα τον βοηθήσουμε να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τους κατοίκους του χωριού. Έχει θέληση να κόψει το ποτό και χωρίς βοήθεια δεν μπορεί να τα καταφέρει. Τον φανταζόμαστε στο καφενείο νηφάλιο, να κάθεται σε ένα τραπέζι και να πηγαίνουν όλοι να του μιλάνε, να κάνει παρέα με όλους.
-          Δε θα τον δεχόμασταν, επειδή ναι μεν χρειάζεται και αυτός παρέα, αλλά θα γινόταν κολλιτσίδα και θα μπλέκαμε. Έπειτα από ένα χρόνο το χωριό δε θα τον αποδεχόταν ακόμα και έτσι θα αυτοκτονούσε. Θα έπινε πολύ και θα πέθαινε.
-          Σιγά σιγά το χωριό τον αποδέχτηκε, τον βοήθησε να απεξαρτηθεί από το αλκοόλ και με τον καιρό εντάχθηκε στην κοινωνία ομαλά.


ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ
Σκεφτήκαμε στη συνέχεια να επεκτείνουμε την έρευνά μας σχετικά με το ρατσισμό, εφόσον αυτό το υλικό θα μπορούσαμε να το αξιοποιήσουμε και στο μάθημα της νεοελληνικής γλώσσας που διαπραγματεύεται το φαινόμενο αυτό. Η έρευνα των μαθητών απέδωσε τα εξής αποτελέσματα:

Τα στοιχεία που παρουσιάζονται παρακάτω έστειλαν οι μαθήτριες:

Αργυρώ Λαφατζή
Σοφία Μοσχοπούλου
Στεργιανή Μπατζικώστα
Σοφία Πανωλή
Ανθή Παπαδοπούλου

 Να κάποιοι τρόποι με τους οποίους εμφανίζεται ο ρατσισμός στην κοινωνία μας, όπως με πολύ καυστικό χιούμορ σχολιάζονται παρακάτω:



Ρατσιστικά Ανέκδοτα
  
- Γιατί ο ένας από τους 3 μάγους ήτανε μαύρος;
- Για να κουβαλάει τα δώρα.
  ------

Τρεις Μπογιατζήδες - ένας Αλβανός, ένας Γερμανός και ένας Έλληνας- πέθαναν και πάνε στον Παράδεισο. Ο Άγιος Πέτρος τους άνοιξε την Πόρτα.
-  Καλώς τα Παιδιά επιτέλους ήρθαν και τρεις χρήσιμοι άνθρωποι. Ρε παιδιά θέλω να βάψω την Πόρτα του Παράδεισου.
- Για πες μου λέει του Αλβανού πόσα θέλεις για να την βάψεις;
- 600 ευρώ λέει ο Αλβανός
- 600; πως τα λογάριασες;
- Nα: 200 για μένα, 200 για τους φόρους και 200 τα υλικά.
- Εσύ λέει του Γερμανού πόσα θέλεις ;
- 900 ευρώ: 300 για μένα, 300 στην εφορία και 300 τα υλικά.
- Και εσύ λέει του Έλληνα ποσά θέλεις ;
- 3.000 ευρώ Άγιε Πέτρο
- 3.000; Τρελός είσαι; Πως τα λογάριασες;
- Άγιε Πέτρο, έλα πιο κοντά να μην μας ακούν.
Ο Άγιος Πέτρος πήγε κοντά του και ο Έλληνας του ψιθυρίζει: Άκουσε να δεις:
-  1.000 για σένα, 1.000 για μένα, 400 στον Γερμανό για να το βουλώσει και 600 θα δώσουμε στον Αλβανό για να βάψει την Πόρτα.




Ήταν ένας δάσκαλος μέσα στη τάξη του.
Δάσκαλος: Γιαννάκη παιδί μου, τι έκανες στο διάλειμμα;
Γιαννάκης: Εγώ κύριε έπαιζα με τους κρίκους.
Δάσκαλος: Μμ, πολύ ενδιαφέρον. Σήκω παιδί μου στο πίνακα, αν μου γράψεις σωστά τη λέξη κρίκος θα σε αφήσω τις 2 τελευταίες ώρες να φύγεις....... Μπράβο παιδί μου κάθισε...
Δάσκαλος: Εσύ Κωστάκη παιδί μου τη έκανες στο διάλειμμα;
Κωστάκης: Εγώ κύριε έπαιζα με την άμμο.
Δάσκαλος: Σήκω παιδί μου στο πίνακα, αν μου γράψεις σωστά τη λέξη άμμος, θα σε αφήσω τις 2 τελευταίες ώρες να φύγεις.....Μπράβο παιδί μου κάθισε...
Δάσκαλος: Εσύ Αλή παιδί μου τη έκανες στο διάλειμμα;
Αλή: Εγώ κύριο ήθελε παίξει με Γιαννάκη και Κωστάκη αλλά δε με έπαιζαν.
Δάσκαλος: Τι δεν σε έπαιζαν; Το ξέρετε ότι αυτό είναι ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ. Σήκω Αλή στο πίνακα, αν μου γράψεις σωστά τη λέξη ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ θα σε αφήσω την τελευταία μισή ώρα να φύγεις!















 Όμως ευτυχώς οι πνευματικά και ψυχικά καλλιεργημένοι άνθρωποι δεν είναι ρατσιστές...






ΕΜΕIΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟΙ ΑΠΟ ΤΑ ΖΩΑ;



ΤΖΑΦΑΡ




ΒΑΛΕ ΤΟ ΡΑΤΣΙΣΜΟ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ

















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου